Τρίτη 3 Αυγούστου 2010

3 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ Στο βουητό του ποταμού ακούω τη φωνή σου. Toυ Μανώλη Κατσούλη


3 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2010 Ανατολή Ήλιου: 05:28
Δύση Ήλιου: 19:33
Σελήνη 23 ημερών
Συντάχθηκε απο τον ΜΑΝΩΛΗΣ ΚΑΤΣΟΥΛΗΣ Καθημερινή Ηλεκτρονική Εφημερίδα. Designed by KTG Solutions
Software released under the GNU/GPL License.

http://www.epikoinonia-arg.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=18936%3Al-to-&catid=20%3A2010-06-28-15-24-31&Itemid=66

«Ξέρω να γράφω όμορφους στίχους πάνω στον πηλό και στο χαρτί, οι λέξεις τρέχουν σαν το γάργαρο νερό των ποταμών στο μυαλό μου και έχουν την ομορφιά, την πληρότητα και τις εναλλαγές της μουσικής των ήχων και της παλίρροιας των κυμάτων της θάλασσας. Άκουσε ένα ποίημα που ταίριαξα τώρα έτσι, όπως σε κοιτάζω καταπονημένο, θαλασσοδαρμένο και με άρρωστο βλέμμα από τον πόθο που σου φτιάχνει το κορμί μου με το βασιλικό και ίσως θεϊκό αίμα που τρέχει στις διαφανείς φλέβες και αναζωογονεί τις νεανικές ροδοκόκκινες, καμπυλωτές σάρκες μου».
Ο Ηλέας κοίταξε, ανήμπορος να αντιδράσει, τις καφετιές συναρπαστικές χάντρες των ματιών της που μάζευαν τις αχτίδες του ηλιοβασιλέματος και τους τέσσερις ανέμους του θεού και τις καθρέπτιζαν με εκτυφλωτική λάμψη στα μάτια του.


«Ντάνια», της είπε «είμαι κατενθουσιασμένος μαζί σου. Πρέπει να ομολογήσω ότι αντιμετώπισες με περίσσια τόλμη την περιπέτειά μας. Ακόμη πρέπει να ξέρεις ότι τα ξέπλεκα μαλλιά σου έτσι, απλά όπως γυαλίζουν είναι πιο όμορφα χωρίς τις χρυσές μέλισσες και πεταλούδες».
Άπλωσε τα στιβαρά χέρια του και με αργές κινήσεις ξεκούμπωσε την αραχνοΰφαντη ρόμπα της που αποκάλυψε ένα θεϊκό καλλίγραμμο αλλού σοκολατένιο και αλλού χιονάτο σώμα όπου η επιδερμίδα της μ’ ένα εκατομμύριο βαθιές μικρές κελαηδιστές φωνούλες, μ’ ένα δισεκατομμύριο αρωματικές μυρωδιές, μ’ ένα τρισεκατομμύριο δονητικές αφές τον προσκαλούσε σ' ένα παιχνίδι που μπορούσε να αγγίξει τα όρια της πλημμυρίδας του θανάτου. Κάθε τρίχα από τα πανέμορφα μαλλιά της του χάραζε ξυραφιές στο κορμί λες και εκατομμύρια πλάσματα πάνω τους είχαν την εντολή να τον στείλουν στον άλλο κόσμο χωρίς καμία ελπίδα γυρισμού ή διαφυγής. Η κόλαση των αλυσιδωτών εκρήξεων που προκαλούσε το φούντωμα των μορίων στα σωθικά του συνεχιζόταν σα ντόμινο στα δάκτυλα, στα νύχια, στους καρπούς, στους αγκώνες, στην αναπνοή, στα γέλια, αφού μαχόμενοι εξωτικοί τιμωροί ακτινοβολούσαν με τα φλογοβόλα τους ένα εκατομμύριο εγερτήρια των απανταχού στρατιωτών των αισθήσεών του. Το μυαλό του, λες και καταστροφικές πυρκαγιές το πυρπολούσαν, ήταν έτοιμο να διαρρήξει το τσουρουφλισμένο κρανίο του κι έμοιαζε με υπό κατάληψη φυλακή. Ας ήταν να εκτιναχθεί με τη ταχύτητα της ιδέας προς το άπειρο σύμπαν χωρίς καμιά πιθανότητα, σύμφωνα με τη σύνθεση των πιθανοτήτων, να επιστρέψει και να πέσει πίσω στη γη. Ας ήταν. Ίσως μόνο έτσι θα είχε τις ελάχιστες ελπίδες να γλίτωνε. Με αργές κινήσεις τύλιξε τα χέρια του γύρω της και την έσφιξε πάνω του. Εκείνη έκανε να τραβηχτεί αλλά αυτός δε χαλάρωσε την αγκαλιά του.
Η Ντάνια τότε τραγούδησε τους αυτοσχέδιους στίχους της:

«Στο βουητό του ποταμού ακούω τη φωνή σου.
Στα άνθη της αμυγδαλιάς βλέπω το δάκρυ σου.
Χωρίς εσένα η ομορφιά της φύσης με πληγώνει.
Αισθάνομαι στο φέγγος του πρωινού τη θλίψη σου.

Χρυσές πεταλούδες κι ασημένιες μέλισσες.
Στον πατέρα μου πηγαίνετε το ραβασάκι.
Περνάω καλά, γιατί είμαι με τον αγαπημένο μου.
Κάτω από έναν ολόχρυσο ήλιο.

Στο αφρισμένο κύμα διακρίνω την οργή σου.
Στου Φεγγαριού τη μοναξιά βλέπω τη μοίρα σου.
Χωρίς εσένα η ομορφιά της φύσης με πληγώνει.
Αισθάνομαι στο ηλιοβασίλεμα τη θλίψη σου».

Στα μάτια του Ηλέα τρεμόπαιξε μια φλογισμένη διάθεση.
Η Ντάνια έκλεισε τα μάτια και στα τυφλά, αφού ψήλωσε σηκώνοντας τις μύτες των δακτύλων των ποδιών της, έψαξε με τα χείλη της τα χείλη του και με κινήσεις που έκαναν κάθε της πράξη και κάθε στιγμή της να μοιάζει με μια θαρραλέα διαμαρτυρία για την τύχη τους του είπε αποφασιστικά:
«Είμαι τρελή για σένα. Έχει ανάψει μέσα μου η φλόγα του πάθους και με παρασέρνει με απέραντη τρυφερότητα στο αποκορύφωμα της ερωτικής πανδαισίας».
MAΝΩΛΗΣ ΚΑΤΣΟΥΛΗΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου